Πέμπτη 1 Οκτωβρίου 2015

επιθανάτια σφραγίδα στα μάτια αστικών κοριτσιών

μεγαλόπρεπα νυστάζει η πόλη
καταπίνοντας τις ιστορίες των εγωκεντρικών ομοιωμάτων
τους είδους /  
κύκλοι κύκλοι με περιστρεφόμενους εσωτερικούς λαιμούς

ή λαιμητόμους / ή εγγενείς φαυλοειδείς εμπαιγμούς

η Γυναίκα κοιμάται στα χέρια υγρών αστικών κοριτσιών 

οι βραδυφλεγείς τάσεις τους να αποσύρονται απ' τις σφαγές
να σαλιώνουν φεύγοντας το πεζοδρόμιο

τα ανδρίκελα θαυμασμού σε χαπάκια των 100 μιλιγκράμ
τοποθετώ ήσυχα και αρρενωπά σε βαζάκια δειγματοληψίας
θα κάνω ένα πείραμα.

τι ώρα είναι;
τι ώρα είναι όταν μπορώ να φεύγω;

μικρός είχα ένα συρμάτινο χέρι
που έμοιαζε με τοπίο από θωρακισμένα σώματα

μικρός είχα μια υπόνοια αφής
αφή = ακατέργαστη μετάγγιση σπασμών

αντ' αυτού:
οι μέρες είναι στοές και μέσα τους υπνοβατούνε λύκοι
έτσι τους έλεγα και νόμιζαν πως δεν ήμουν εγώ
πως με παρίστανα
μου είπε
ωραίες και οι λέξεις αλλά προτειμώ να σου γλείψω το πέος

τι ώρα είναι;
τι ώρα είναι όταν μπορώ να σε κοιτάζω;

το αστικό της πρόσωπο μου φέρνει αηδία

δεν μπορώ να υπάρξω ξέχωρα απ το παραπλανητικό σου χαμόγελο
μέσα απ' το μοκόκλ των υποθέσεων με κοίταξες

μην μιλάς άλλο μου λέει
θα γίνεις αστείος
θα γελάσω

είναι αόμματα τα πρωινά στην αγκαλιά της πόλης
μέσα σε πλήκτρα, στο στόμα της γεννήτριας απορρόφησης
όλα εκκολάπτονται αργά
σέρνουν σπασμένα σώματα απ' τις οροφές στα υπόγεια κι αντίστροφα


ένα δύο;

τώρα με γρατζουνάει με το βλέμμα της

τώρα έχει αίμα στους μηρούς και βλέπει
μέσα από εμένα τη διάλυσή της
και ηδονίζεται

δεν καταλαβαίνει τίποτε
νιώθω άτρωτος

τώρα είμαι ένα μεγάλο συρμάτινο πέρασμα
έγινα το μεγάφωνο των φόβων της

τώρα συντρίβεται και μου χαμογελάει

φθισκιά μεταλλάσσομαι σε κίνηση
που ακροβατεί στις λαξευμένες πλευρές του σώματος
αφινιάζω, παίζω πιάνο στο δέρμα της
ζωγραφίζω μαύρες κυλίδες σπέρμα
χύνω μελάνι
οργίζεται

τι ώρα είναι;
πότε γελάω;
πότε μπαίνει η σκηνή που πέφτω ατόφιος στο πάτωμα και σε παρακαλάω να μην φύγεις;
πότε θα το κάνεις εσύ;

-

λέει πως εγώ δεν είμαι άντρας
είμαι βραχιολάκι για τον αστράγαλο
είμαι κάτι που κουλουριάζεται
και με παρομοιάζει συνέχεια με υβρίδιο
και τέτοιες ιστορίες

δεν είμαι λέει μια οντότητα
είμαι ένας σωρός από μελάνι
είμαι κάτι που χύνεται
αργά και μαύρα στα μπούτια της

την αγγίζω στο μέτωπο
με το δείκτη του χεριού μου
στο ίδιο σημείο πάντα (μόνο το πρόσωπο αλλάζει κάθε φορά)
δεν πειράζει που δεν έχεις υπόσταση 
δεν πειράζει σε σκοτώνω όπως σε βιάζουν οι λύκοι των μοναχικών ημερών μου
δεν πειράζει που δεν καταλαβαίνεις
που το παιχνίδι μου είναι στημένο

της αφήνω μια μαύρη σφραγίδα που δεν μπορεί να δει

το πείραμα τελείωσε

ποίηση = μια αλλεπάλληλη ανταπώδωση εξαπατήσεων μεταξύ δύο ή περισσόερων όντων
-αφού ποτέ δεν είσαι μόνος όταν γράφεις
-ποιος το είπε αυτο;
-ο θάνατος


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου